ἐμπερίβολος: Difference between revisions

big3_14
(6_18)
(big3_14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμπερίβολος''': -ον, ὁ, ἐπὶ λόγου, περικεκοσμημένος διὰ πολλῶν λέξεων καὶ φράσεων, [[ἐγκατάσκευος]], [[ἐνδιάσκευος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ἀπερίβλητος]] καὶ [[καθαρός]], Ἑρμογ. Ρητ. 262. 9, Δράκ. 140. 20. - Ἐπίρρ. ἐμπεριβόλως Ἄννα Κομν. σ. 145D.
|lstext='''ἐμπερίβολος''': -ον, ὁ, ἐπὶ λόγου, περικεκοσμημένος διὰ πολλῶν λέξεων καὶ φράσεων, [[ἐγκατάσκευος]], [[ἐνδιάσκευος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ἀπερίβλητος]] καὶ [[καθαρός]], Ἑρμογ. Ρητ. 262. 9, Δράκ. 140. 20. - Ἐπίρρ. ἐμπεριβόλως Ἄννα Κομν. σ. 145D.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> ret., del estilo del discurso [[ampuloso]], [[recargado]] λόγος Hermog.<i>Id</i>.1.11 (p.281), cf. Aristid.<i>Rh</i>.2.63, προοίμια Men.Rh.400<br /><b class="num">•</b>gener. [[adornado]] χωρίον Eust.1038.32.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως ret. [[de forma desarrollada, recargada]] ὡς ἀνέστρεψεν ἐ. τὴν διήγησιν Eust.823.45.
}}
}}