3,277,119
edits
(6_19) |
(big3_7) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀσπιδογοργών''': -όνος, ἡ, [[μυθώδης]] ἀσπὶς ἐν Αἰγύπτῳ ἥτις καταφαγοῦσα πρῶτον πολλὰς ἄλλας ἀσπίδας, [[ἔπειτα]] δὲ καὶ τὴν ἑαυτῆς οὐρὰν κατέστη [[τερατώδης]], ἴδε λεπτομερῆ περιγραφὴν αὐτῆς παρ’ Ἐπιφαν. (Αἱρ. 22. σ. 61C). | |lstext='''ἀσπιδογοργών''': -όνος, ἡ, [[μυθώδης]] ἀσπὶς ἐν Αἰγύπτῳ ἥτις καταφαγοῦσα πρῶτον πολλὰς ἄλλας ἀσπίδας, [[ἔπειτα]] δὲ καὶ τὴν ἑαυτῆς οὐρὰν κατέστη [[τερατώδης]], ἴδε λεπτομερῆ περιγραφὴν αὐτῆς παρ’ Ἐπιφαν. (Αἱρ. 22. σ. 61C). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-όνος, ὁ<br />[[áspid-gorgona]] una especie de serpiente egipcia que devoraba su cola, Epiph.Const.<i>Haer</i>.22.2, 30.26. | |||
}} | }} |