διεζευγμένως: Difference between revisions

big3_11
(6_6)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διεζευγμένως''': ἐπίρρ. (διαζεύγνυμι) χωριστά, [[κεχωρισμένως]], Ἰουστῖν. Μ.
|lstext='''διεζευγμένως''': ἐπίρρ. (διαζεύγνυμι) χωριστά, [[κεχωρισμένως]], Ἰουστῖν. Μ.
}}
{{DGE
|dgtxt=adv. sobre el part. perf. pas. de [[διαζεύγνυμι]]<br /><b class="num">1</b> mat. [[por transposición]] de proporciones, Nicom.<i>Ar</i>.2.23, 24.<br /><b class="num">2</b> [[separadamente]] ἐὰν δ. λέγωμεν ... Iust.Phil.<i>Qu.et Resp</i>.M.6.1264D.
}}
}}