Ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον → Nil reperiri carius vita potest → Kein Gut ist als das Leben wertvoller
μυλαῖος, -ον (Α)1. αυτός που ασχολείται με μύλο2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μυλαῑονο μύλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μύλη + κατάλ. -αῖος(πρβλ. πυργ-αίος)].