Πειραιόθεν

From LSJ
Revision as of 21:35, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")

Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid

Menander, Monostichoi, 435

Greek Monolingual

Α
επίρρ. από τον Πειραιά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Πειραιᾶς + επιρρμ. κατάλ. -θεν (πρβλ. Πυργό-θεν)].