ας (ἡ) :achat de chevaux, remonte.Étymologie: ἱππωνέω.
ἱππωνεία: ἡ, αγορά αλόγων, σε Ξεν.
ἱππωνεία: ἡ покупка лошадей Xen.
ἱππωνεία, ἡ,a buying of horses, Xen. [from ἱππωνέω