Ἔρωτα παύει λιμὸς ἢ χαλκοῦ σπάνις → Amorem inopia nummi sedat aut fames → Die Liebe stillt der Hunger oder Geldmangel
subs.
P. and V. ἐσθής, ἡ, ἐσθήματα, τά, στολή, ἡ (Plat.), σκευή, ἡ, V. εἷμα, τό, στολμός, ὁ, Ar. and V. πέπλωμα, τό; see dress.
v. trans.
P. and V. σκευάζειν, V. στέλλειν (rare P.), περιστέλλειν; see dress.