Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
subs.
Flock-master . P. and V. ποιμήν, ὁ, νομεύς, ὁ, V. ποιμάνωρ, ὁ. See also shepherd.