Εὔτακτον εἶναι τἀλλότρια δειπνοῦντα δεῖ → Modestia est servanda cenanti foris → Sich fügen muss, wer fremdes Eigentum verzehrt
adv.
P. and V. εὐμενῶς. φιλοφρόνως (Plat.), P. φιλικῶς. εὐνοϊκῶς, V. εὐφρόνως, πρευμενῶς. Kindly: P. and V. ἠπίως, P. φιλανθρώπως, πράως; see kindly, affably.