γνωριμότης
English (LSJ)
ητος, ἡ,
A acquaintance, Stob.2.7.51.
German (Pape)
[Seite 499] ητος, ἡ, Bekanntschaft, Stob.
Greek (Liddell-Scott)
γνωριμότης: -ητος, ἡ, γνωριμία, Στοβ. Ἐκλ. 2. 130.
ητος, ἡ,
A acquaintance, Stob.2.7.51.
[Seite 499] ητος, ἡ, Bekanntschaft, Stob.
γνωριμότης: -ητος, ἡ, γνωριμία, Στοβ. Ἐκλ. 2. 130.