τό, Dim. of ἀμυγδάλη, Hp.Morb.2.64.
[Seite 130] τό, dim. von ἀμυγδάλη, Hippocr.
ἀμυγδάλιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἀμυγδάλη, Ἱππ. 484. 10.