ες,
A = ἡλιοειδής, εἴδωλον Chaerem.14.14; μῆλα Philostr. Im.1.6; κόμη Anon. ap. Eust.432.26.
[Seite 1163] ες, = ἡλιοειδής, κόμη, Eust.
ἡλιώδης: -ες, = ἡλιοειδής, Χαιρήμ. παρ’ Ἀθην. 608C.