μισοστρατιώτης
English (LSJ)
ου, ὁ,
A the soldier's enemy, Poll.1.179.
German (Pape)
[Seite 192] ὁ, Soldatenfeind, Poll. 1, 179.
Greek (Liddell-Scott)
μῑσοστρᾰτιώτης: -ου, ὁ, ὁ μισῶν τοὺς στρατιώτας, ἀντίθετ. τῷ φιλοστρατιώτης, Πολυδ. Α΄, 179.
ου, ὁ,
A the soldier's enemy, Poll.1.179.
[Seite 192] ὁ, Soldatenfeind, Poll. 1, 179.
μῑσοστρᾰτιώτης: -ου, ὁ, ὁ μισῶν τοὺς στρατιώτας, ἀντίθετ. τῷ φιλοστρατιώτης, Πολυδ. Α΄, 179.