Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
ἀγώνη: «ὑοσκύαμος», Ἡσύχ.
-ης, ἡ bot. beleño negro, Hyoscyamus niger L., Hsch.