δεκακισχίλιοι
From LSJ
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
Spanish (DGE)
-αι, -α diez mil Plu.2.838e, Hsch.s.u. δεκάχειλοι.
Greek Monolingual
-ες, -α (Μ δεκακισχίλιοι, -αι, -α)
αυτοί που συνολικά φτάνουν τις δέκα χιλιάδες.