προσέρδω
English (LSJ)
A sacrifice to, Νύμφῃσι θῆλυ καὶ ἄρρεν IG12(8).358 (Thasos, v B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
προσέρδω: προσφέρω θυσίαν, θύω, πρ. Νύμφηισι κἀπόλλωνι θῆλυ καὶ ἄρσεν Ἐπιγραφ. Θάσου ΙΑ 379.
A sacrifice to, Νύμφῃσι θῆλυ καὶ ἄρρεν IG12(8).358 (Thasos, v B.C.).
προσέρδω: προσφέρω θυσίαν, θύω, πρ. Νύμφηισι κἀπόλλωνι θῆλυ καὶ ἄρσεν Ἐπιγραφ. Θάσου ΙΑ 379.