ὦ θάνατε, σωφρόνισμα τῶν ἀγνωμόνων → o death, chastener of the foolish | ο death, warning to the arrogant
mezclar en v. pas. τριὰς τελεία ... οὐδὲ πρὸς ἑαυτὴν διαφυρομένη Epiph.Const.Haer.76.37 (cód.).