θερμοκοίλιος
English (LSJ)
ον,
A hot-stomached, Hp.Epid.6.4.19.
German (Pape)
[Seite 1201] von hitzigem Magen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
θερμοκοίλιος: -ον, ἔχων θερμὴν κοιλίαν, θερμόν στόμαχον, Ἱππ. 1180G.
ον,
A hot-stomached, Hp.Epid.6.4.19.
[Seite 1201] von hitzigem Magen, Hippocr.
θερμοκοίλιος: -ον, ἔχων θερμὴν κοιλίαν, θερμόν στόμαχον, Ἱππ. 1180G.