πανσθενουργός
From LSJ
Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings
Greek (Liddell-Scott)
πανσθενουργός: -όν, ὁ τὰ πάντα δυνάμενος νὰ ποιήσῃ, Ἰωσήφ τοῦ Ρακενδ. στίχ. Ἰαμβ. ἐν Ρήτορσι (Walz) τ. 3, σ. 474, 10.