σχολαρίκιον
From LSJ
Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein
Greek (Liddell-Scott)
σχολαρίκιον: τό, ὡς καὶ νῦν, «σκουλαρίκι», ἐνώτιον, Κ. Πορφυρογ. Πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμανὸν 232, 19, κλπ.