κλεῖα

From LSJ
Revision as of 23:56, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

κακῆς ἀπ΄ἀρχῆς γίγνεται τέλος κακόν. → from a bad beginning comes a bad end (Euripides' Aeolus fr. 32)

Source

Greek (Liddell-Scott)

κλεῖα: ποιητ. συνῃρ. ἀντὶ τοῦ κλέεα, πληθ. τοῦ κλέος, Ἡσίοδ.

Greek Monotonic

κλεῖα: Επικ. συνηρ. από το κλέεα, πληθ. του κλέος.