καταπαλτικός
From LSJ
Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν → Felicitas eximia sapiens filius → Ein Glück ist's, einen Sohn, der brav ist, großzuziehn
Greek Monolingual
καταπαλτικός, -ή, -όν (Α)
βλ. καταπελτικός.
Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν → Felicitas eximia sapiens filius → Ein Glück ist's, einen Sohn, der brav ist, großzuziehn
καταπαλτικός, -ή, -όν (Α)
βλ. καταπελτικός.