γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules
ἡμίτομον: (ῐ) τό половина (τοῦ ποδός Her.): τὰ ἡμίτομα διαθεῖναι Her. разложить (разрубленные) половины.