Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
adj.
Wandering: V. διάδρομος, φοιτάς, πολύδονος, πλανήτης, P. πλανητός, Ar. and V. νομάς.