ατος, τό,
A rotation, κόσμου Man.4.553.
[Seite 631] τό, = δίνευμα, Man. 4, 553.
-ματος, τό• Prosodia: [-ῑ-]movimiento circular κόσμου Man.4.553.
δίνημα, το (Α) δινώτο δίνευμα.