φιλοφθονία

Revision as of 09:50, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

ἡ,    A love of envy, Varroap. Non.p.767 L.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλοφθονία: ἡ, ἡ ἀγάπη τοῦ φθόνου, ἐπιγραφὴ πραγματείας τινὸς τοῦ Οὐάρρωνος.

Greek Monolingual

ἡ, Α φιλόφθονος
1. η ιδιότητα του φιλόφθονου
2. τίτλος πραγματείας του Βάρρωνος.