Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
P. and V. ἀδικία, ἡ, τὸ ἀδικον, τὰ ἄδικα.
unjust act: P. and V. ἀδίκημα, τό.
wrong-fulness: P. παρανομία, ἡ.