στυγερότητα

From LSJ
Revision as of 12:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness

Source

Greek Monolingual

η, Ν στυγερός
το να είναι κάτι στυγερό, το να προκαλεί φρίκη, αποτροπιασμό και μίσος.

Greek Monolingual

η, Ν στυγερός
το να είναι κάτι στυγερό, το να προκαλεί φρίκη, αποτροπιασμό και μίσος.