τὴν αὐτοκράτορα ἀρχὴν περινοέω → meditate empire
ἑδραίως: ἐπίρρ. στερεῶς, ἰσχυρῶς, ἐπιμόνως, Ἡρωδιαν. 3. 14, 10 κλ.