ἰδίασις
From LSJ
Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Greek (Liddell-Scott)
ἰδίᾰσις: -εως, ἡ, τὸ μένειν κατ’ ἰδίαν, ἀπομόνωσις, «μοναξιά», ἵνα σπουδαῖοι ἐκ τῆς ἰδιάσεως γίνωνται Ἰωάνν. Κλίμακ. 410, 10.