Εὔχου δ' ἔχειν τι, κἂν ἔχῃς, ἕξεις φίλους → Opta aliquid habeas: qui habet, is et amicos habet → Zu haben wünsche Hast du, hast du Freunde auch
ἱπποποίητος: -ον, προξενηθεὶς ὑπὸ ἵππου, κήρ Σχόλ. εἰς Ἀνθ. Π. τ. 3. σ. 822.