ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone
ἀνακινητικός: -ή, -όν, ὁ ἀνακινῶν, ὁ προξενῶν ἀνακίνησιν, Διον. Ἀρεοπ. σ. 115.
-ή, -όνque excita, que mueve de las potencias de los serafines, Dion.Ar.EH M.3.481C.