ἀδύνατον καὶ οὐκ ἀνθρώπειον → not for man to attempt
ὀκτάκνημος, -ον (Α)(για τροχό) αυτός που έχει οκτώ ακτίνες.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + -κνημος (< κνήμη), πρβλ. τετρά-κνημος].