πρὸς ἠοίων ἢ ἑσπερίων ἀνθρώπων → from men of the east or of the west
ο, θηλ. Ζακύνθιαο κάτοικος της Ζακύνθου ή αυτός που κατάγεται από τη Ζάκυνθο.
Ζᾰκύνθιος: II ὁ житель Закинфа Her., Arph.закинфский Her.