ξι
From LSJ
Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir
και ξει, το (Α ξῑ και ξεῖ και ξῡ)
άκλ. το δέκατο τέταρτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. εγκυκλ. λ. Ξ, ξ].