Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
φραγγελόω: μέλ. -ώσω, Λατ. fragello, μαστιγώνω, σε Καινή Διαθήκη