Adv., later spelling of διὰ παντός,
A v. διά A.11.1.
[Seite 593] durchgängig, immer; besser getrennt zu schreiben.
διαπαντός: ἐπίρρ., ὀρθῶς γραφόμενον διὰ παντός, ἴδε διά ΙΙ. 1.