A to be ill-affected, τινί LXX 3 Ma.3.24, Plu.Cic.38.
[Seite 684] übel, feindlich gesinnt sein, τινί, Plut. Cic. 38.
δυσνοέω: ἔχω κακὴν διάθεσιν, κακῶς διάκειμαι πρός τινα, τινι Πλούτ. Κικ. 38.