Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
subs.
Ar. and P. κιθαριστής, ὁ, P. κιθαρῳδός, ὁ. Female harper: P. ψάλτρια, ἡ, Av. κιθαρῳδός, ἡ (Ecc. 739).