Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
Ἐρέτρια, ἡ.
Man of Eretria: Ἐρετριεύς, -ιῶς, ὁ.
Eretrian, adj.: Ἐρετρικός, Ἐρετριαῖος.