ἐνδιατριβή
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδιατριβή: ἡ, (ἐνδιατρίβω) τὸ ἐνδιατρίβειν, ἀργοπορία, βραδύτης, Ὠριγέν. IV. 340C. Καθ’ Ἡσύχ. «λιμήν· ἀγορὰ καὶ ἐνδιατριβή».