γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want
Οἰκλείδης: дор. Ὀϊκλείδᾱς, ου ὁ Эклид, сын Экла, т. е. Ἀμφιάραος Pind., Aesch.