τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known
ἀγαθόφρων, -ον (Α)αυτός που έχει αγαθές, καλές διαθέσεις, καλοδιάθετος, καλοπροαίρετος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγαθὸς + φρήν.