αγκοτύλη

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong

Source

Greek Monolingual

ἀγκοτύλη, η (Α)
είδος παιχνιδιού (βλ. κοτύλη).