ανισόμετρος
From LSJ
Ῥῆμα παρὰ καιρὸν ῥηθὲν ἀνατρέπει βίον → Vitae lues vox missa non in tempore → Ein Wort zur Unzeit stülpt das ganze Leben um
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀνισόμετρος -ον)
βλ. ασύμμετρος.
Ῥῆμα παρὰ καιρὸν ῥηθὲν ἀνατρέπει βίον → Vitae lues vox missa non in tempore → Ein Wort zur Unzeit stülpt das ganze Leben um
-η, -ο (Α ἀνισόμετρος -ον)
βλ. ασύμμετρος.