απαί

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66

Greek Monolingual

ἀπαὶ (ποιητ.) (Α)
από.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο ποιητ. τ. απαί σχηματίστηκε από το από αναλογικά προς το υπαί: υπό].