αστροπελέκι

From LSJ

Καλὸν τὸ καιροῦ παντὸς εἰδέναι μέτρον → Occasionis nosse res pulchra est modum → Schön ist's, das Maß zu kennen jeder rechten Zeit

Menander, Monostichoi, 273

Greek Monolingual

το
ο κεραυνός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουσ. αστραποπελέκι, με απλολογία (πρβλ. και αστραποπέλεκας-αστροπέλεκας)].