γαγγραινούμαι

From LSJ

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source

Greek Monolingual

(Α γαγγραινοῦμαι, -όομαι)
γαγγριανιάζω ή εμφανίζω συμπτώματα που μοιάζουν με της γάγγραινας.