δεκάτομος
From LSJ
Γελᾷ δ' ὁ μῶρος, κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ → Mens stulta ridet, quando ridendum est nihil → Es lacht der Tor, auch wenn es nichts zu lachen gibt
-η, -ο
(για βιβλία) ο αποτελούμενος από δέκα τόμους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1814 στον Στέφ. Κομμητά].