δευτέρωση

From LSJ

Οὔτοι ποθ' οὑχθρός, οὐδ' ὅταν θάνῃ, φίλος → One's enemy does not become one's friend when they die

Sophocles, Antigone, 522

Greek Monolingual

η (AM δευτέρωσις)
η επανάληψη
μσν.
το σύνολο τών ιουδαϊκών παραδόσεων
αρχ.
1. η δεύτερη σειρά ή τάξη.